«Η τροφή σου να είναι το φάρμακό σου και το φάρμακό σου να είναι η τροφή σου»
Ιπποκράτης 400 π.Χ.
Το ελαιόλαδο είναι ένα από τα πιο πολύτιμα έλαια και διακρίνεται για τη μεγάλη θρεπτική του αξία. Περιέχει πλήθος πολύτιμων συστατικών, σημαντικών για την ανθρώπινη υγεία, όπως οι πολυφαινόλες, τοκοφερόλες, βιταμίνη Ε και προβιταμίνη Α, που έχουν αντιοξειδωτική δράση και βοηθούν στην αντιμετώπιση πολλών ασθενειών.
Eξαιρετικό παρθένο Ελαιόλαδο, ένα δώρο για την καρδιά σου, το αξίζει…
Το ελαιόλαδο περιέχει μια σειρά από συστατικά που είναι πολύ ευεργετικά για τις περισσότερες λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού. Τα φαινολικά του συστατικά έχουν δείξει αντι-φλεγμονώδεις και χημειο-προστατευτικές ιδιότητες.
Η χοληστερόλη (ή χοληστερίνη), όταν δεν ξεπερνά κάποια όρια, είναι ζωτική για τη δομή των τοιχωμάτων του κυττάρου. Η χοληστερόλη ωστόσο που συντίθεται στο συκώτι δε μπορεί να μετακινηθεί από μόνη της στον οργανισμό. Υπάρχουν ο λιποπρωτεΐνες που παίζουν αυτό το ρόλο. Οι δύο κύριοι τύποι αυτών είναι η LDL (low density lipoprotein, λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας) και η HDL (height density lipoprotein, λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας). Οι LDL είναι λιποπρωτεΐνες που μεταφέρουν τη χοληστερόλη στα κύτταρα. Αλλά οι δρόμοι για τα κύτταρα είναι συχνά πολύ στενοί για τη LDL. Έτσι αυτά κολλάνε και με τον καιρό βουλώνουν τελείως τις αρτηρίες. Όσο περισσότερη είναι η HDL, τόσο ευκολότερο είναι να ανοίξουν οι δρόμοι και να απαλλαχθεί ο οργανισμός από την ανεπιθύμητη χοληστερόλη. Ο οργανισμός χρειάζεται μια καλή αναλογία της HDL/ LDL.
H λήψη του ελαιολάδου αυξάνει τη σύνθεση και τη συγκέντρωση της HDL χοληστερόλης (της καλής χοληστερόλης) και ταυτόχρονα καθιστά την LDL χοληστερόλη (την κακή χοληστερόλη ) λιγότερο ικανή για να προκαλέσει αθηρωματική βλάβη, εμποδίζοντας τόσο την οξείδωσή της, όσο και τροποποιώντας το μέγεθος των μορίων της. Το ελαιόλαδο αποτελεί έναν από τους ουσιαστικότερους παράγοντες, ιδιαίτερα για την αρτηριοσκλήρωση των περιφερικών αγγείων. Συμπερασματικά, το ελαιόλαδο ελέγχει το επίπεδο της LDL, ενώ αυξάνει τα επίπεδα της HDL με αποτέλεσμα να επηρεάζει τη συχνότητα των καρδιακών επεισοδίων. Την προστασία των μονοακόρεστων λιπαρών οξέων κατά του κινδύνου καρδιοαγγειακών παθήσεων αδειοδότησε ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Ποτών (http://www.fda.gov/-dms/qhchoice/html) για πρώτη φορά το 2004.
Το παρθένο ελαιόλαδο είναι το πιο εύπεπτο των εδώδιμων λιπών, βοηθά να αφομοιώσουμε τις βιταμίνες Α, Δ και Κ, την απορρόφηση δηλαδή των θρεπτικών στοιχείων και ιδιαίτερα των βιταμινών και των μεταλλικών αλάτων και προστατεύει από τη γαστρίτιδα και τα έλκη. Είναι χολαγωγός ουσία, ενεργοποιεί την έκκριση των ορμονών του παγκρέατος και της χολής. Μειώνει δηλαδή την πιθανότητα χολολιθίασης (σχηματισμό πέτρας στη χολή). Το ελαιόλαδο είναι όχι μόνο εύκολο να αφομοιωθεί, αλλά επίσης βοηθά στην πέψη άλλων λιπαρών ουσιών, επειδή βοηθά τις εκκρίσεις του πεπτικού συστήματος και υποκινεί το παγκρεατικό ένζυμο lipace.
Το ελαιόλαδο ανασυντάσσει τη μορφή και τη λειτουργία των ηπατικών κυττάρων, αντικαθιστώντας άλλα λιπίδια σε αυτά. Επίσης, στο έντερο το ελαιόλαδο αυξάνει την απορρόφηση ασβεστίου και ως εκ τούτου μπορεί να ελαττώσει την οστεοπόρωση. Δύο κουταλιές του φαγητού, όταν λαμβάνονται το πρωί με άδειο στομάχι, φαίνεται να έχουν θετική επίδραση στη χρόνια δυσκοιλιότητα γι’ αυτό και οι αρχαίοι Έλληνες είχαν τη συνήθεια της κατανάλωσης 1-2 κουταλιών ελαιολάδου κάθε πρωί.
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια ευρύτατα διαδεδομένη ασθένεια σε όλο τον κόσμο, η οποία οφείλεται στο ότι ο οργανισμός δε μπορεί να παράγει ή να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη, με επακόλουθο τη δυσλειτουργία του μεταβολισμού των υδατανθράκων που περιλαμβάνει, επίσης, και το μεταβολισμό των λιπιδίων και των πρωτεϊνών.
Ο Sirtori (1986) υποστηρίζει ότι, όταν το ελαιόλαδο λαμβάνεται ως μοναδική πηγή λίπους, και ειδικά από άτομα με διαβήτη, δρα ευνοϊκά στην αργή εκκένωση του περιεχομένου του στομάχου στο δωδεκαδάκτυλο. Έτσι, επιφέρει καλύτερο έλεγχο στη γλυκόζη στο αίμα.
Η οξείδωση είναι μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα όχι μόνο κατά την παραγωγή του λαδιού, αλλά και μέσα στο ίδιο μας το σώμα. Μέσα στο σώμα λαμβάνουν χώρα συνεχώς αντιδράσεις, οι οποίες ενεργοποιούν το σχηματισμό ελεύθερων ριζών (υπεροξείδια). Κατά κανόνα, οι ελεύθερες ρίζες δεν προκαλούν σημαντικές βλάβες, χάρη στην προστασία που παρέχουν τα αντιοξειδωτικά, τα οποία βοηθούν στη διατήρηση ισορροπίας μέχρι ενός σημείου. Εάν αυτή η ισορροπία διαταραχθεί, όμως, επέρχεται το «οξειδωτικό στρες», το οποίο οδηγεί στη φθορά των κανονικών κυτταρικών λειτουργιών, ακόμη και στο θάνατο των κυττάρων.
Η οξείδωση αποτελεί ένα πολύπλοκο, θεμελιώδες φαινόμενο στη διαδικασία της γήρανσης των κυττάρων. Η υπεροξείδωση λιπιδίων ή λίπους τείνει να βρίσκεται σε αναλογία με τον αριθμό των διπλών δεσμών σε μια ένωση, γεγονός το οποίο εξηγεί γιατί το ελαϊκό οξύ δείχνει να έχει χαμηλή ευπάθεια στην οξείδωση.
Οι κυτταρικές μεμβράνες περιέχουν ένα μεγάλο αριθμό λίπους και χοληστερόλης και η σύνθεσή τους εξαρτάται από τη διατροφή. Όταν η διατροφή περιέχει μεγάλη ποσότητα ελαιολάδου, τα κύτταρα είναι πιο ανθεκτικά στην οξείδωση, δεν φθείρονται τόσο πολύ και η γήρανση είναι βραδύτερη.
Περίπου το 1,5% του ελαιολάδου αποτελείται από το ασαπωνοποίητο κλάσμα, το οποίο περιέχει αντιοξειδωτικά. Το παρθένο ελαιόλαδο περιέχει τις μεγαλύτερες ποσότητες αυτών των ουσιών, καθώς επίσης και άλλα δευτερεύοντα στοιχεία.
Τα αντιοξειδωτικά στο ελαιόλαδο
Η βιταμίνη Ε (άλφα-τοκοφερόλη), τα καροτενοειδή και οι φαινολικές ενώσεις (απλές φαινόλες, όπως η υδροξυτυροσόλη και πολύπλοκες φαινόλες, όπως η ελευρωπαΐνη) είναι όλα αντιοξειδωτικά, των οποίων η δράση έχει αποδειχθεί εργαστηριακά, αλλά και μέσω κλινικών δοκιμών πιο πρόσφατα, αποκαλύπτοντας περαιτέρω πλεονεκτήματα στην πρόληψη ορισμένων ασθενειών, καθώς επίσης και της γήρανσης.
Το περιεχόμενο των ελαιολάδων σε φαινόλες ποικίλλει ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες στην περιοχή παραγωγής, με το πότε γίνεται η συλλογή των ελαιόκαρπων, αλλά και με το πόσο άγουροι αυτοί είναι κατά τη συλλογή. Οι μέθοδοι παραγωγής και αποθήκευσης του λαδιού παίζουν επίσης ρόλο. Οι φαινόλες έχουν αναρίθμητες βιολογικές ιδιότητες, όπως για παράδειγμα η υδροξυτυροσόλη, η οποία αποτρέπει τη συγκέντρωση αιμοπεταλίων και είναι και αντιφλεγμονώδης, και η ελευρωπαΐνη, η οποία ενισχύει τη δημιουργία νιτρικού οξέων, το οποίο είναι ένα ισχυρό αγγειοδιασταλτικό και έχει ισχυρή αντιβακτηριδιακή δράση.
Η οξειδωμένη LDL-χοληστερόλη είναι γνωστή για την πιθανότητα πρόκλησης αθηρωματικής βλάβης. Στο σημείο αυτό εισέρχεται το ελαιόλαδο, καθώς έχει ευεργετική, προστατευτική δράση κατά της οξείδωσης της LDL-χοληστερόλης. Επιπλέον, ενισχύει άλλα κύτταρα του οργανισμού κατά των τοξικών δράσεων των οξειδωτικών.
Η υψηλή περιεκτικότητα αντιοξειδωτικών στη Μεσογειακή διατροφή φαίνεται ότι συμβάλλει σημαντικά στη μακροζωία.
Τα αντιοξειδωτικά βρίσκονται στα φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Καθώς είναι το μοναδικό λάδι που παράγεται από καρπό, το ελαιόλαδο διατηρεί πολλά συστατικά, αντιοξειδωτικά και βιταμίνες, τα οποία του προσδίδουν πρόσθετη διατροφική αξία. Η εξήγηση πίσω απ’ αυτήν την υψηλή περιεκτικότητα σε αντιοξειδωτικά, πιθανώς, βρίσκεται στο γεγονός ότι επειδή η ελιά είναι καρπός που εκτίθεται στον αέρα, πρέπει να προστατευτεί από το οξυγόνο. Επομένως, συνθέτει ένα μεγάλο αριθμό αντιοξειδωτικών, τα οποία περνάνε και στο ελαιόλαδο.
Το παρθένο ελαιόλαδο, ήτοι το ελαιόλαδο που δεν έχει διυλιστεί ή υποστεί βιομηχανική επεξεργασία, είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε αυτές τις ουσίες και έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, παρέχοντας προστασία έναντι των βλαβών που δημιουργούνται από τις ελεύθερες ρίζες (καθαριστική δράση), καθώς επίσης και έναντι της εμφάνισης καρκίνου. www.internationaloliveoil.org
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν καταδείξει ότι το ελαιόλαδο έχει προστατευτική δράση έναντι ορισμένων κακοήθων όγκων (στήθος, προστάτης, ενδομήτριο, πεπτική οδός). Πλήθος ερευνητικών μελετών έχουν αποδείξει ότι το ελαιόλαδο μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του στήθους. Η υγιεινή διατροφή, με το ελαιόλαδο να αποτελεί τη βασική πηγή λίπους, μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Ο λόγος είναι ότι οι μεταλλάξεις των κυττάρων που δημιουργούνται από τον καρκίνο οφείλονται εν μέρει σε τοξίνες οι οποίες, όταν προσλαμβάνονται μέσω της διατροφής, επιτίθενται στο DNA. Όταν περνούν από το συκώτι, οι τοξίνες αυτές παράγουν ελεύθερες ρίζες, οι οποίες στη συνέχεια επιτίθενται στο DNA. Προκειμένου να καταπολεμήσει αυτές τις ελεύθερες ρίζες, το σώμα χρειάζεται βιταμίνες και αντιοξειδωτικά, όπως αυτά που περιέχονται στο ελαιόλαδο.
Έχει αναφερθεί επίσης ότι μια δίαιτα πλούσια σε ελαιόλαδο σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου εντέρου. Τα προστατευτικά αποτελέσματα του ελαιολάδου δε σχετίζονται με την ποσότητα φρούτων και λαχανικών που προσλαμβάνονται μέσω της διατροφής.
Πρόσφατες έρευνες έχουν αποδείξει ότι το ελαιόλαδο παρέχει προστασία έναντι του καρκίνου του παχέος εντέρου. Πρόσφατα, η έρευνα εστιάζει στις μεταβολικές επιπτώσεις των λιπών, και συγκεκριμένα στον προστατευτικό ρόλο του ελαιολάδου σε χρόνιες παθήσεις του συκωτιού και στη δυσλειτουργία των εντέρων, που είναι γνωστή και ως ασθένεια του Crohn. Τα αποτελέσματα στρέφονται στα ευεργετικά αποτελέσματα του ελαιολάδου στις προκαρκινικές κακώσεις. Κατόπιν ανάλυσης τριών ειδών διατροφής, οι ερευνητές επιστήμονες κατέληξαν σε διάφορα συμπεράσματα:
-Η διατροφή με ελαιόλαδο μείωσε τον αριθμό των καρκινικών κακώσεων
-Ο αριθμός των όγκων που δημιουργήθηκαν ήταν εμφανώς και σημαντικά χαμηλός
-Οι όγκοι ήταν λιγότερο επιθετικοί και είχαν καλύτερη πρόγνωση
Αυτή η ευεργετική δράση θα μπορούσε να σχετίζεται με το ελαϊκό οξύ, το βασικό μονοακόρεστο λιπαρό οξύ στο ελαιόλαδο. Έχει παρατηρηθεί ότι αυτό το λιπαρό οξύ μειώνει την παραγωγή των προσταγλανδινών που προέρχονται από το αραχιδικό οξύ, το οποίο με τη σειρά του παίζει σπουδαίο ρόλο στη δημιουργία και ανάπτυξη των όγκων.
Εντούτοις, δεν αποκλείεται τα υπόλοιπα συστατικά του ελαιολάδου, όπως τα αντιοξειδωτικά, τα φλαβονοειδή, οι πολυφαινόλες και το σκουαλένιο να έχουν επίσης θετική επίδραση. Το σκουαλένιο θεωρείται ότι έχει ευεργετική δράση στο δέρμα, μειώνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης μελανωμάτων.
Το ελαιόλαδο ενισχύει επίσης τη γεύση των λαχανικών και των οσπρίων, των οποίων τα πλεονεκτήματα στην πρόληψη του καρκίνου έχουν αποδειχθεί επαρκώς. Ορισμένες πρόσφατες και πολλά υποσχόμενες έρευνες επικεντρώνονται στην προστασία που παρέχει το ελαιόλαδο έναντι παιδικών λευχαιμιών και διαφόρων μορφών καρκίνου, όπως ο καρκίνος του οισοφάγου. www.internationaloliveoil.org
Το ελαιόλαδο παίζει βασικό ρόλο στην ανάπτυξη του εμβρύου κατά τη διάρκεια της κύησης, ενώ τυχόν έλλειψή του ενδεχομένως να έχει ολέθρια αποτελέσματα στη μεταγενέστερη ανάπτυξη του βρέφους.
Έχει αποδειχθεί ότι η μεταγενέθλια ανάπτυξη των βρεφών των μητέρων που κατανάλωναν ελαιόλαδο κατά τη διάρκεια της κύησης είναι καλύτερη, σε σχέση με το ύψος, το βάρος, τη συμπεριφορά και τα ψυχοκινητικά αντανακλαστικά.
Το έμβρυο χρειάζεται βιταμίνη Ε για να αναπτυχθεί. Το νεογέννητο βρέφος χρειάζεται επίσης απόθεμα βιταμίνης Ε για να καταπολεμήσει το οξειδωτικό στρες που δημιουργείται όταν αυτό εισέρχεται σε μια ατμόσφαιρα με οξυγόνο. Παρ’ όλο που δεν βρίσκεται σε ιδιαίτερη αφθονία στο ελαιόλαδο, υπάρχει σε επαρκή ποσότητα, χάρη στην αντίσταση του ελαιολάδου στην οξείδωση.
Επομένως, και η ποσότητα και το είδος του φαγητού που καταναλώνεται στη διατροφή που ακολουθείται κατά τη διάρκεια της κύησης παίζουν ένα βασικό ρόλο στις μεταβολικές προσαρμογές που λαμβάνουν χώρα στη μητέρα και στη λειτουργική της σχέση με το έμβρυο.
Ελαιόλαδο και θηλασμός
Κατά τη διάρκεια της λοχείας, η βιταμίνη Ε στο αίμα της μητέρας είναι συγκεντρωμένη στους μαστικούς αδένες κι επομένως η μητέρα εξακολουθεί να τροφοδοτεί βιταμίνη Ε κατά τη διάρκεια του θηλασμού. Είναι σημαντικό να διατηρηθούν τα επίπεδα αυτής της βιταμίνης κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Η βιταμίνη Ε προτείνεται επίσης για πρόωρα και νεογέννητα βρέφη με νεφρική ή παγκρεατική ανεπάρκεια, λόγω της ευεργετικής επίδρασης που αυτή έχει στο ηπατοχολικο σύστημα.
Αλλά το ελαιόλαδο δεν παρέχει μόνο τα επαρκώς απαραίτητα λιπαρά οξέα για την ανάπτυξη του νεογέννητου παιδιού. Η σχέση λινολεϊκού προς λινολενικού οξέος (απαραίτητα λιπαρά οξέα) είναι παρόμοια με αυτή του μητρικού γάλακτος. Η ευεργετική επίδραση του ελαϊκού οξέος διαρκεί και πέρα απ’ την κύηση. Εκτός από την αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της υπερχοληστερολαιμίας και της αθηροσκλήρωσης, η οποία είναι μια κατάσταση που μπορεί να ξεκινήσει σε νεαρή ηλικία, το ελαϊκό οξύ φαίνεται ότι ασκεί επίσης θετική επίδραση στην ανάπτυξη και μεταλλοποίηση των οστών, καθώς επίσης και στην ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της νηπιακής ηλικίας.
Διατροφικές απαιτήσεις
Κατά τη διάρκεια της κύησης και του θηλασμού, προτείνεται η κατανάλωση περισσότερου λίπους, κυρίως μονοακόρεστου λίπους, και η ταυτόχρονη μείωση κορεσμένου λίπους και χοληστερόλης στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Θα πρέπει να ακολουθούνται γενικές διατροφικές οδηγίες και να ελέγχεται η πρόσληψη θερμίδων, προκειμένου να αποφευχθεί η υπερβολική αύξηση βάρους.
Τα παιδιά κάτω των τριών ετών έχουν διαφορετικές απαιτήσεις σε σχέση με παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Το σαράντα τοις εκατό της ενέργειας που καταναλώνουν προέρχεται από λίπος, είτε αυτό βρίσκεται στο μητρικό γάλα, είτε σε οιοδήποτε άλλο είδος γάλακτος. Προτείνεται να διατηρηθεί αυτό το διατροφικό μοτίβο, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι η ενέργεια και η θρεπτική πρόσληψη καλύπτουν τις αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού. www.internationaloliveoil.org